Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

«Η ΤΟΥΡΤΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΕΡΑΣΑΚΙ!»


 Με τη μαμά φτιάχναμε συχνά τούρτες. Σοκολατίνες. Τις «ντύναμε» στα μαύρα, με μπόλικο κακάο και ζάχαρη, καμιά φορά προσθέταμε και αμύγδαλα, και στο τέλος δεν παραλείπαμε ποτέ το κερασάκι. Δεν το τοποθετούσαμε όμως στην επιφάνεια της τούρτας, όπως συνηθίζεται, αλλά στο εσωτερικό της. Ξέροντας ότι εμείς τα παιδιά μαλώναμε πάντα γι’ αυτό το κερασάκι, είχε βρει το κόλπο και το έκρυβε. «Σε όποιον τύχει» μας έλεγε, και μπαίναμε σε μία διαδικασία αναζήτησης. Αναγκαζόμασταν να φάμε όλη την τούρτα, προκειμένου να βρούμε το κερασάκι, και τελικά, έχοντας μπουχτίσει απ’ τη σοκολάτα και τη ζάχαρη, η ανακάλυψή του δε μας ευχαριστούσε πια. Άλλοτε πάλι, το πετυχαίναμε στο πρώτο κιόλας κομμάτι, οπότε η αγωνία μας δε διαρκούσε πολύ. Τότε κι αν χάναμε όλο μας το ενδιαφέρον για την υπόλοιπη τούρτα!
Μια μέρα η μαμά κάθισε κι έφτιαξε μία τούρτα για τον καθένα μας. Επιτέλους, το κερασάκι θα ήταν δικό μου! Όπως κι όλη η τούρτα. Μπήκα στο δωμάτιό μου και άρχισα να την τρώω με λαιμαργία, χωρίς να καταλαβαίνω τη γεύση της, που ήταν και το τελευταίο πράγμα που με ενδιέφερε. Την έσκαβα στη μέση, έπειτα έπαιρνα από την άκρη, δεν είχε πια την αρχική της μορφή, τα σεντόνια μου είχαν λερωθεί από την κουβερτούρα, τα χέρια μου κόλλαγαν απ’ τα σιρόπια. Τα κομμάτια τέλειωναν και εγώ δεν είχα βρει ακόμα το κερασάκι μου. Δεν το έβαζα κάτω. «Θα είναι στο τελευταίο» σκέφτηκα, και συνέχισα μέχρι που η πιατέλα άδειασε και έπεσα σχεδόν αναίσθητη στο κρεβάτι.
Η μαμά μπήκε στο δωμάτιο και ανήσυχη με ρώτησε αν ήμουν καλά. Τα πάντα γύρω μου πρόδιδαν τη μάχη που είχε προηγηθεί, χωρίς όμως το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Δεν υπήρχε νικητής, ήταν ολοφάνερο. «Μαμά, η τούρτα μου δεν έχει κερασάκι!» είπα κλαίγοντας. «Το ξέρω» μου απάντησε ήρεμα. «Δε θα έχει πάντα κερασάκι η τούρτα σου. Είχε όμως σιρόπι, είχε σαντιγί, είχε μπόλικη τρούφα, δεν το πρόσεξες;» Όχι, δεν είχα προσέξει τίποτα. Την είχα φάει τόσο γρήγορα που δεν πήρα χαμπάρι κανένα άλλο υλικό απ’ όσα μου ανέφερε. Εγώ έψαχνα το κερασάκι μου. Κι ήμουν τόσο σίγουρη ότι θα το έβρισκα. Όλες οι προηγούμενες τούρτες είχαν από ένα. Η αδερφή μου στο μέσα δωμάτιο πανηγύριζε ήδη για το δικό της. Μ’ έπιασε το παράπονο. «Εκείνης γιατί είχε;» τη ρώτησα. «Εκείνης δεν είχε, όμως, τίποτε άλλο εκτός απ’ αυτό. Και μάλιστα το βρήκε πολύ γρήγορα, αφήνοντας την υπόλοιπη τούρτα άθικτη». Δεν καταλάβαινα τι ήθελε να μου πει τότε η μαμά. Συνέχισα να κλαίω, και τότε μου αποκάλυψε την αλήθεια που μόνο αργότερα μπόρεσα να αντιληφθώ πλήρως. «Δεν έχει κανένα νόημα να φας όλη την τούρτα ψάχνοντας για ένα μόνο κερασάκι. Στην πορεία θα ανακαλύψεις χιλιάδες άλλα υλικά, διαφορετικά, όχι όμως λιγότερο νόστιμα. Αλλά πρέπει να έχεις υπομονή, να απολαμβάνεις κάθε κομμάτι αργά, σαν να ‘ναι το τελευταίο σου. Κι έτσι, ακόμα κι αν στο τέλος δε βρεις το κερασάκι, δε θα απογοητευτείς, γιατί θα έχεις ήδη ευχαριστηθεί τόσα άλλα πράγματα που δεν είχες καν κατά νου».
Σταμάτησα να κλαίω. Η μαμά είχε δίκιο. Έπρεπε να σταματήσω να αναζητώ το κερασάκι. Την επόμενη φορά που μας έφτιαξε πάλι τούρτα, το κερασάκι έτυχε στο δικό μου κομμάτι. Όμως, αυτή τη φορά δεν υπήρχε σαντιγί. Ούτε καν λίγο σιροπάκι.  Κατάλαβα ότι έτσι θα είναι πάντα. Πότε κάποιο υλικό θα λείπει, πότε θα περισσεύει. Στο τέλος ίσως να βαρεθώ και τελείως τις τούρτες. Και τότε θα βρω ένα άλλο γλυκό να μου αρέσει. Το σίγουρο πάντως είναι ότι ψάχνοντας για το «κερασάκι» θα έχω καταβροχθίσει τη ζωή.
                                                          

1 σχόλιο: